υπίατρος

υπίατρος
ο, Ν
στρ. βαθμός αξιωματικού τού υγειονομικού, αντίστοιχος τού υπολοχαγού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο)-* + ιατρός. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως τού Βασιλείου τής Ελλάδος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • υπίατρος — ο βαθμός γιατρού αξιωματικού ανώτερος του ανθυπίατρου και κατώτερος του ιατρού, αντίστοιχος με το βαθμό του υπολοχαγού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανθυπίατρος — ο ο ανθυπολοχαγός στο σώμα του Υγειονομικού του στρατού ξηράς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανθ * + υπίατρος. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες] …   Dictionary of Greek

  • ιατρός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της αρχαίας Αθήνας ο οποίος είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Επονομαζόταν ο εν άστει για να διακρίνεται από τον εν Μαραθώνι, που λατρευόταν στην Ελευσίνα και ήταν γνωστός και με το όνομα Αριστόμαχος. Το ιερό του Ι.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”